Ο όρος “μειονοτικό στρες” (Minority Stress) εισήχθη από το Meyer (2003). Το ποια ομάδα ορίζεται ως μειονοτική δεν σχετίζεται με την αριθμητική της αντιπροσώπευση στο γενικό πληθυσμό. Η έννοια αναφέρεται σε κοινωνικές ομάδες που αντιμετωπίζονται υποτιμητικά και αποκλείονται από τη δημόσια ζωή και την ισότιμη πρόσβαση σε θέσεις και προνόμια και που, λόγω προκαταλήψεων και διακρίσεων, στερούνται δικαιωμάτων που
άλλες ομάδες απολαμβάνουν. Τα χρόνια υψηλά επίπεδα στρες που αντιμετωπίζουν τα μέλη μειονοτικών ομάδων μπορεί να προκαλέσουν ποικίλες δυσκολίες στη ψυχική τους υγεία.
Έχει υπάρξει συστηματική καταγραφή στοιχείων που καταδεικνύουν τις συνέπειες του στίγματος και των διακρίσεων στις ζωές και την υγεία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων. Σε μία μελέτη, οι ομοφυλόφιλοι άντρες που βίωσαν υψηλά επίπεδα μειονοτικού άγχους ήταν δύο έως τρεις φορές πιο πιθανό να βιώσουν υψηλά επίπεδα ψυχολογικής δυσφορίας (Meyer, 1995). Η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία (2017) ενδεικτικά αναφέρει τα εξής:
• Τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα έχουν διπλάσιες πιθανότητες να παρουσιάσουν προκλήσεις ψυχικής υγείας σε σχέση με τα ετεροφυλόφιλα.
• Είναι 2,5 φορές πιο πιθανό από το σις/ ετεροφυλόφιλα άτομα να βιώσουν κατάθλιψη, άγχος, κατάχρηση ουσιών.
• 4,4% των ομοφυλόφιλων ανδρών και των λεσβιών, 7,4% των αμφί ατόμων και 30,8% των τρανς έχουν σκεφτεί να αυτοκτονήσουν. Το αντίστοιχο ποσοστό για τα σις/ετεροφυλόφιλα άτομα είναι 2,3%.
Το μειονοτικό στρες έχει άμεσο αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων και είναι σημαντικό να τονίσουμε το φαύλο κύκλο που δημιουργεί:
Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία και ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα
Τα διάφορα κοινωνικά αφηγήματα, οι διακρίσεις και το στίγμα επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα σκέφτονται για τους εαυτούς τους, τον κόσμο και το μέλλον. Οι δυσλειτουργικές πεποιθήσεις που χτίζονται κατά τη διάρκεια της ζωής τους επηρεάζουν τη διάθεσή τους και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν και πράττουν. Τα μοτίβα σκέψης και συμπεριφοράς ενισχύουν τον παραπάνω φαύλο κύκλο και συχνά παγιδεύουν τα άτομα σε μία διαρκή κατάσταση δυσφορίας.
Η επίγνωση των αποτυπωμάτων που έχει αφήσει ένα στιγματιστικό περιβάλλον στο ψυχισμό των ατόμων αποτελεί το πρώτο βήμα για την ευημερία. Αναγνωρίζοντας ότι οι σκέψεις είναι απλά σκέψεις και όχι πάντα η πραγματικότητα, τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα έχουν τη δυνατότητα μέσα από τη ψυχοθεραπεία να εντοπίσουν τις δυσλειτουργικές τους πεποιθήσεις και να τις αναδομήσουν. Επίσης, μέσα από τη ψυχοθεραπεία, τα άτομα καλούνται να προκαλέσουν και να αλλάξουν και τα μοτίβα συμπεριφοράς τους και να υιοθετήσουν πιο λειτουργικές στρατηγικές. Επιπλέον, μπορούν να αντιληφθούν τα τοξικά στοιχεία του περιβάλλοντός τους και να τα αποβάλλουν. Η ψυχοθεραπεία βοηθά να δούμε τα βιώματα και τον εαυτό μας μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα, να μας γνωρίσουμε καλύτερα και να μας δώσουμε όσα πραγματικά έχουμε ανάγκη.
Βιβλιογραφία:
Meyer, I.H. (2003). ‘Prejudice, social stress, and mental health in lesbian, gay, and bisexual populations: conceptual issues and research evidence.’ Psychological Bulletin, 129(5), 674–697.
American Psychiatric Association. (2017). Mental health disparities: LGBTQ.